14.1.14

Η Χώρα του Ονείρου (Edgar Allan Poe)...


Από έναν δρόμο ερημικό του σκοταδιού,
Που άγγελοι μόνο τον στοιχειώνουν του κακού
Κει που ένα Είδωλο που 'ν' ΝΥΧΤΑ τ' όνομά του
Σε μαύρο στέκει αιώνια θρόνο του θανάτου
Σ' αυτές τις χώρες εδώ κάτω έχω πια φτάσει
Απ' τη χλωμή της Θούλης γη που 'χω περάσει-
Απ' το βασίλειο που φριχτό και πάντα μόνο
Στέκει τρανό πέρα απ' το ΧΩΡΟ κι απ' το ΧΡΟΝΟ.

Ρέματα ατέλειωτα κι απέραντες κοιλάδες
Δάση τιτάνια, σπηλιές, βαθιές χαράδρες
Που τη μορφή τους βλέμμα ανθρώπινο δε φτάνει
Καθώς η πάχνη γύρω αόρατα τα κάνει
Βουνά τεράστια που αδιάκοπα γλιστρούνε
Μέσα σε θάλασσες απύθμενες να βυθιστούνε
Θάλασσες που φουσκώνουν μανιασμένα
Στα ουράνια ν' ανεβούν τα φλογισμένα
Λίμνες που αιώνια απλώνουν τα νερά τους
-Έρμα νερά, που κρύβουν μέσα τους θανάτους-
Νερά ασάλευτα πάντα κρυσταλλιασμένα
Με χιόνια από τα κρίνα τα γερμένα.

Εκεί στις λίμνες που όλο απλώνουν τα νερά τους
-Έρμα νερά, που κρύβουν μέσα τους θανάτους-
Νερά ασάλευτα πάντα κρυσταλλιασμένα
Με χιόνια από τα κρίνα τα γερμένα-
Κει στα βουνά -που τη χλωμή την όχθη αγγίζουν
Του ποταμού και σιγανά κι αιώνια μουρμουρίζουν-
Εκεί στα δάση -και τα έλη εκεί τα μαύρα
Όπου για σπίτι τους κρατούν ο βάτραχος κι η σαύρα-
Εκεί στους ζοφερούς κι απαίσιους λάκκους
Που κατοικούνται μόνο από τους δράκους-
Εκεί στη γη του πλέον ανίερου μαύρου τόπου
Στην καθεμιά πιο θλιβερή γωνιά είναι όπου
Έκθαμβος ο διαβάτης σαν περνάει
Του παρελθόντος αναμνήσεις συναντάει
Μορφές σαβανωμένες που στενάζουν
Καθώς το δύστυχο οδοιπόρο πλησιάζουν
Μορφές λευκές φίλων παλιών που από καιρό
Μ' αγώνα δόθηκαν σε Γη και σ' Ουρανό.

Για την καρδιά που δυστυχίες έχει ασκέρι
Τούτη η χώρα ανακούφιση θα φέρει
Και για το πνεύμα που πορεύεται μακριά απ' τον ήλιο
Μοιάζει σα να 'ναι του Ελντοράντο το βασίλειο!
Μα ο ταξιδιώτης άμα τύχει να περνάει
Να την κοιτάξει δεν μπορεί και δεν τολμάει
Και μένουν πάντοτε κρυφά τούτου του τόπου
Τα μυστικά απ' το θνητό βλέμμα του ανθρώπου
Έτσι το θέλησε ο αφέντης του και διατάζει
Να μη σηκώνεται το πέπλο αυτό που τη σκεπάζει
Κι έτσι η έρμη που περνά ψυχή εκείνη
Μόνο από κρύσταλλο λες μαύρο τη διακρίνει.

Από έναν δρόμο ερημικό του σκοταδιού,
Που άγγελοι μόνο τον στοιχειώνουν του κακού
Κει που ένα Είδωλο που 'ν' ΝΥΧΤΑ τ' όνομά του
Σε μαύρο στέκει αιώνια θρόνο του θανάτου
Σ' αυτές τις χώρες εδώ κάτω έχω πια φτάσει
Απ' τη χλωμή της Θούλης γη που 'χω περάσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου