Κι ήρθες ορμητική και με φίλησες.
Έκλεισες τα χείλη σου μέσα στα δικά μου.
Η ζέστη του κορμιού σου,
μου μούδιασε το σώμα.
Τα χέρια μου παρέλυσαν καθώς τα δάχτυλά μου χώθηκαν μες στα μαλλιά σου σε ένα χάδι απόλυτης αγάπης,
σαν να ήθελαν να πιαστούν για πάντα από εκεί.
Το φιλί ήταν δίχως ανάσα,
τα χείλη σαν μανιασμένα δαγκώθηκαν,
ενώθηκαν,
κάηκαν...
Ένιωσα το σώμα σου να πιέζει το δικό μου,
έτσι ακριβώς όπως το ήθελα,
κατακτητικό και απαιτητικό για αυτό που έπρεπε να είχε πάρει τόσο καιρό.
Μου ψιθύρισες κάτι ερωτικό στο αυτί,
κάτι που μας έκανε και τους δύο να αναστενάξουμε με όλη την απόλαυση που μας είχε γεμίσει.
Η φωνή σου βαθιά,
ερεθισμένη,
χάιδεψε το πλάι του λαιμού μου με τη ζεστή σου ανάσα που άσθμαινε σαν τον αφρό που σκάει πάνω στα βότσαλα.
Κι ήθελα τόσο να σου πω,
να σου μουρμουρίσω,
να σου μουρμουρίσω,
πως εσύ αγάπη μου είσαι ο έρωτάς μου,
εσύ και καμμία άλλη,
πως πρώτη φορά στη ζωή μου ένιωθα να θέλω να παραδοθώ ολοκληρωτικά σε κάποια,
να σου ψιθυρίσω πως το να είσαι ερωμένη κάποιου είναι άλλο πράγμα από αυτό που έχουμε όλοι μας συνηθίσει να βλέπουμε και να πιστεύουμε.
Πως καμιά φορά η αλήθεια είναι πολύ μακριά από τα μάτια μας,
βρίσκεται κρυμμένη σε απίθανα και απίστευτα μέρη πολύ βαθιά μέσα μας
κι εμείς είχαμε βρει τρόπο να ανακινήσουμε την άμμο από αυτό το βάθος.
βρίσκεται κρυμμένη σε απίθανα και απίστευτα μέρη πολύ βαθιά μέσα μας
κι εμείς είχαμε βρει τρόπο να ανακινήσουμε την άμμο από αυτό το βάθος.
Και φοβόμουν να σε πω “ερωμένη μου”…
Να στο πω με όση τρυφερότητα πρέπει να λέγεται αυτή η κουβέντα,
με όση αγάπη απόλυτη μπορεί να κρύβει μια τέτοια φράση.
Φοβόμουν το ίδιο το άκουσμα της αγάπης που με γέμιζε για εσένα.
Αντί γι’ αυτό,
σε έσφιξα λες και μέσα από αυτό το σφίξιμο μπορούσα να σου μεταδώσω τον έρωτα,
να σε κάνω να καταλάβεις πόσο πολύ σε ήθελα,
πόσο σε ζητούσα τόσα χρόνια τώρα.
Κι εσύ σαν να κατάλαβες.
Βυθίστηκες μέσα μου,
είδα τη σύσπαση στο πρόσωπο σου,
το στόμα σου έκλεισε πάλι στο δικό μου.
Ανάκατες ερωτικές κουβέντες που μεγάλωναν ακόμη περισσότερο την έξαψη.
Επιτέλους,
μπορούσα να βλέπω τις εκφράσεις του προσώπου σου,
μπορούσα να βλέπω τις εκφράσεις του προσώπου σου,
την ώρα που ήμασταν ένα,
την ώρα που με έπαιρνες αγκαλιά και μου δινόσουν.
Την ηδονή να ζωγραφίζεται στα χαρακτηριστικά σου,
την αγάπη να βγαίνει από τα χείλη σου.
«Αγάπη μου… καύλα μου!»,
μουρμούριζες καθώς ο ρυθμός σου γινόταν πιο έντονος, καθώς με είχες μέσα σου,
βαθιά σου και σε ένιωθα σώμα από το σώμα μου,
μέρος δικό μου.
Δυο λέξεις,
η μία τρυφερή,
η άλλη απόλυτα ερωτική,
έτσι ακριβώς όπως νιώθαμε ο ένας για τον άλλον.
- «Όταν θα μου κάνεις έρωτα…»,
μου έλεγες,
«…θέλω να είναι ο έρωτας αυτός άγριος και τρυφερός μαζί.
Να σε χαϊδεύω και να σε κρατάω στην αγκαλιά μου από τη μία και από την άλλη να μπαίνεις μέσα μου,
και με όση δύναμη έχω,
να σε κάνω να σπαρταράς…»
Κι ήθελα να με πεις “εραστή σου” μα είναι λέξεις που δεν λέγονται εύκολα.
Είναι οι ανόητες ντροπές,
οι φόβοι για το πώς θα το πάρει ο άλλος που μας κάνουν να μην τις ξεστομίζουμε,
αλλά ήθελα τόσο να το ακούσω που κλείνοντας τα μάτια μου,
πεθαίνοντας από την ηδονή που μου έδινες,
έγειρα το κεφάλι πίσω και σχεδόν το άκουσα,
μπόρεσα να το φανταστώ,
ήξερα πως ήθελες να το πεις.
Πως είμαι ο εραστή σου,
πως θα είμαι πάντα και ότι και να γίνει τίποτα δεν θα το αλλάξει αυτό.
Πως σε άλλον άντρα δεν έχεις δοθεί με τον τρόπο που δόθηκες σε μένα.
Σε ένιωθα να καις,
με γέμιζες,
μπαινόβγαινα πότε με αργό ρυθμό,
μπαινόβγαινα πότε με αργό ρυθμό,
πότε με έσπρωχνες δυνατά και απότομα σαν να'θελες να σε πονέσω,
όπως είχαμε τόσες φορές πονέσει ο ένας τον άλλον με τα λόγια,
τα λόγια καρφιά όταν κάποιες φορές ο έρωτας,
πικραίνεται και λέει πράγματα που δεν μπορεί να πιστεύει.
Με ρουφούσες μέσα σου,
με κρατούσες πότε σφιχτά και πότε με άφηνες να μπαίνω όπως εσύ ήθελες.
Τι ηδονή ήταν αυτή,
τι απόλαυση,
τι απόλυτη ευτυχία να είμαστε μαζί,
έστω και για λίγη ώρα.
Θέλω να σου κάνω συνέχεια έρωτα...
Καύλα μου…καύλα μου…καύλα μου...αγάπη μου…αγάπη μου!
Η φωνή σου ξεψυχισμένη...
Με μια απότομη κίνηση σηκώνεσαι και κάθεσαι επάνω μου,
τα πόδια σου σφίγγονται γύρω από τη μέση μου.
Λαβές πολεμικές είναι γεμάτος ο έρωτας,
αγκαλιαστήκαμε όπως σαν σύμπλεγμα ανθρώπου που αντικρίζει το είδωλο του στον καθρέπτη.
Τα χέρια σου,
κρατούσαν τη μέση μου,
τα υγρά μας είχαν γεμίσει τα πόδια μας,
τα ένοιωθα να κολλάνε ανάμεσά μας,
ακούγαμε τον ήχο τους σε κάθε μου εισβολή μέσα σου.
Η ανάσα σου είχε γίνει αγκομαχητό,
όπως κι η δική μου.
όπως κι η δική μου.
Κοιτούσα τα μάτια σου,
προσπαθούσες να βυθιστεις μέσα στα δικά μου,
όπως εσύ βυθιζόσουν σε μένα.
Σαν τρελός σου φιλούσα όλο το πρόσωπο,
σου έκοβα ακόμη περισσότερο την ήδη εξασθενημένη σου ανάσα.
Τα μάτια,
το μέτωπο,
τη μύτη,
τα χείλη και πάλι από την αρχή.
Μικρά-μικρά φιλιά σε όλο σου το πρόσωπο.
Το πρόσωπο σου μωρό μου,
αγάπη μου,
έρωτά μου...
Και μετά από κάθε κομμάτι του κορμίου μου που πέρασε το στόμα σου,
χάιδεψες κάθε σημείο αργά με τη γλώσσα σου,
γιατί ήθελες να με ακούσεις να παραδίνομαι εντελώς,
να με ακούς να σπαρταρώ,
να με ακούς να σπαρταρώ,
όπως σε είχα κάνει εσένα να σπαρταρας…
Και όταν κόντευε το τέλος φωνάξαμε σαν θηρία, δαγκώσαμε ο ένας τα χείλη του άλλου,
τα δόντια μας,
ερωτικές τανάλιες στα ιδρωμένα δέρματα,
ρουφήξαμε με λαιμαργία ο ένας τον άλλον.
«Πες μου, πες μου…», επαναλάμβανες.
«Πες μου ότι θα είμαι για πάντα δικιά σου!»
«Πες μου ότι θα είμαι για πάντα δικιά σου!»
Και στο άκουσμα της παραδοχής μου,
στο άκουσμα των λέξεων που μπορεί αλλού να μοιάζουν χυδαίες μα σε εμάς ήτανε λέξεις απόλυτης αγάπης,
-γιατί η αγάπη έχει τον τρόπο να γίνεται απόλυτη μέσα από οτιδήποτε,
είτε άσχημο,
είτε όμορφο,-
είτε άσχημο,
είτε όμορφο,-
ενώθηκα μαζί σου με όση δύναμη μου είχε μείνει,
σε ένιωσα,
τα στοματά μας έκλεισαν σε ένα φιλί λύσσας.
Είχα πια ανασηκώσει με τις παλάμες μου ελαφρά τη μέση σου για να μπορείς να μπαινοβγαίνεις γρήγορα,
όλο και πιο γρήγορα.
Τα χέρια μου,
βυθισμένα μέσα στα μαλλιά σου,
όπως στην αρχή.
Τα χείλη σου ξεγλίστρησαν από τα δικά μου και βρέθηκαν απαλά κολλημένα πάνω στο αφτί μου να ψιθυρίζουν:
-«Σε αγαπάω,σε αγαπάω…»
Κι ήθελα να κλάψω εκείνη τη στιγμή γιατί τέτοια αγάπη δεν είχα ξανανιώσει για καμμια άλλη,
μα μόνο μπόρεσα και σου απάντησα το ίδιο πράγμα καθώς ένιωσα τον τελευταίο σου σπασμό...
Το πρόσωπο σου να συσπάται κι αυτό από την ηδονή,
τη φωνή σου να σπάει,
να ανακατεύεται μαζί με την κομμένη μου ανάσα κι εγώ να σε κρατάω στον τελευταίο δικό μου σπασμό,
να χώνω τα χέρια μου μέσα στα μαλλιά σου,
τραβώντας τα αυτή τη φορά,
πονώντας σε στα σίγουρα.
Μα έτσι ήθελα...να σε πονέσω!
Γιατί είσαι δικιά μου,
το καταλαβαίνεις;
Είμαι δικός σου,
το νιώθεις αυτό;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου