26.1.15

Πέθανε ο Ντέμης Ρούσσος - Θρήνος για την απώλεια του μεγάλου μουσικού...




- Ο Ντέμης Ρούσσος πέθανε τα ξημερώματα του Σαββάτου προς την Κυριακή στην Αθήνα

- Άγνωστη ακόμα η αιτία του θανάτου του - Είχε προβλήματα υγείας εδώ και πολλά χρόνια
- Το συγκινητικό μήνυμα του Νίκου Αλιάγα στο Twitter
- Είχε γεννηθεί στην Αλεξάνδρεια το 1946 και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο Παρίσι
- Οι μουσικές του ταξίδεψαν την Ελλάδα σε όλο τον κόσμο
Σαν βόμβα έπεσε η είδηση του θανάτου του Ντέμη Ρούσσου. 


Ήταν μόλις 69 ετών αλλά τα τελευταία χρόνια αντιμετώπισε πολλά και σημαντικά προβλήματα υγείας. 



Ο Ντέμης Ρούσσος βρισκόταν στην Αθήνα όταν το βράδυ του περασμένου Σαββάτου προς την Κυριακή, άφησε την τελευταία του πνοή στην πατρίδα του τόσο αγάπησε και ύμνησε απ' άκρη σ' άκρη της υφηλίου μέσα από τη μουσική του. 



Με ένα μήνυμα στο twitter τον αποχαιρέτισε ο Νίκος Αλιάγας.



Το θάνατο του Ντέμη Ρούσσου ανακοίνωσε και το ιδιωτικό θεραπευτήριο όπου νοσηλεύονταν το τελευταίο διάστημα: «Μετά από μακρόχρονη νοσηλεία στο νοσοκομείο Υγεία, απεβίωσε ο διεθνούς φήμης καλλιτέχνης Ντέμης Ρούσσος».



Ο Ντέμης Ρούσος ήταν από μόνος του η ιστορία μιας μεγάλης περιόδου του σύγχρονου ελληνικού και ξένου τραγουδιού. Γεννήθηκε το 1946 και μεγάλωσε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και οι γονείς του, Γεώργιος και Όλγα έχασαν τα πάντα και ήρθαν στην Ελλάδα την περίοδο των αναταραχών στο Σουέζ.

Το όνομα του ήταν Αρτέμιος Βεντούρης Ρούσσος. Η μητέρα του, Όλγα, ήταν επίσης γνωστή καλλιτέχνης με το ψευδώνυμο Νέλλη Μασλούμ.


Αγαπούσε πολύ την μουσική και από μικρή ηλικία συμμετείχε σε διάφορα μουσικά συγκροτήματα που έγραψαν ιστορία. Οι Idols και οι We Five.



Έγινε πολύ γνωστός το 1968 με το συγκρότημα Aphrodite's Child. Η ιδιαίτερη φωνή του καθιέρωσε το συγκρότημα όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και πάγκοσμια. Ο δίσκος 666 έγινε τεράστια επιτυχία.



Μετά από τη διάλυση των Aphrodite's Child, συνέχισε να ασχολείται με την μουσική. Με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου, κυκλοφόρησαν το 1970 τον δίσκο Sex Power, και το 1977 το Magic. Η πιο επιτυχημένη συνεργασία τους ήταν το Race to the End, μια φωνητική προσαρμογή του μουσικού θέματος από το βραβευμένο με Oscar Οι Δρόμοι της Φωτιάς, που κυκλοφόρησε και στα ισπανικά με τον τίτλο Tu Libertad. Το 1982 ο Ρούσσος πήρε μέρος με έκτακτη συμμετοχή στο soundtrack της κινηματογραφικής ταινίας Blade Runner.



Πολλες ηταν οι επιτυχιες του Ντεμη Ρουσσου στην σολο καριερα που ακολουθησε. 



Το τραγούδι "We Shall Dance" έγινε τεράστια επιτυχία. 



Αμέτρητες ήταν οι επιτυχίες του την δεκαετία του 70. 

Το "Forever and Ever" ανέβηκε σε πολλά ευρωπαϊκά charts το 1973. Το 1974 κυκλοφορεί το "White Sails", μια αγγλική διασκευή του τραγουδιού "Άσπρα, Κόκκινα, Κίτρινα, Μπλε" από τον δίσκο "Συνοικισμός Α΄" του 1972, σηματοδοτώντας μια σύντομη περίοδο συνεργασίας του τραγουδιστή με τον συνθέτη Δήμο Μούτση.


Ακολούθησαν τα "My Friend the Wind", "My Reason", "Velvet Mornings", "Goodbye My Love, Goodbye", "Someday Somewhere" και "Lovely Lady of Arcadia". Το 1980 είχε επιτυχία με το "Lost in Love" των Air Supply που το τραγούδησε ντουέτο μαζί με την Florence Warner και με τον Dick Morrissey στο σαξόφωνο.



Το 1982 εξέδωσε το βιβλίο 'A Question of Weight' ("Είναι θέμα βάρους"), μαζί με την Veronique Skawinska, στο οποίο ασχολήθηκε με το θέμα της παχυσαρκίας.



Μετά από μια περίοδο σιωπής και κλινικής κατάθλιψης τη δεκαετία του '80, επανήλθε το 1993 με το Insight (γνωστό και ως Morning has Broken) και συνεργάστηκε με την ολλανδική εταιρεία BR Music για την παραγωγή των δίσκων Immortel, Serenade και In Holland, χρησιμοποιώντας ποικίλα εθνικά και ηλεκτρονικά στυλ.



Συνεχίζοντας τις ηχογραφήσεις και τις περιοδείες, την άνοιξη του 2002 έκανε μια επιτυχημένη περιοδεία στην Αγγλία.



Με πληροφορίες από το Wikipedia

16.1.15

Γιατί είσαι δικιά μου...




Κι ήρθες ορμητική και με φίλησες.
Έκλεισες τα χείλη σου μέσα στα δικά μου.
Η ζέστη του κορμιού σου,
μου μούδιασε το σώμα.
Τα χέρια μου παρέλυσαν καθώς τα δάχτυλά μου χώθηκαν μες στα μαλλιά σου σε ένα χάδι απόλυτης αγάπης,
σαν να ήθελαν να πιαστούν για πάντα από εκεί.
Το φιλί ήταν δίχως ανάσα,
τα χείλη σαν μανιασμένα δαγκώθηκαν,
ενώθηκαν,
κάηκαν...



Ένιωσα το σώμα σου να πιέζει το δικό μου,
έτσι ακριβώς όπως το ήθελα,
κατακτητικό και απαιτητικό για αυτό που έπρεπε να είχε πάρει τόσο καιρό.

Μου ψιθύρισες κάτι ερωτικό στο αυτί,
κάτι που μας έκανε και τους δύο να αναστενάξουμε με όλη την απόλαυση που μας είχε γεμίσει.

Η φωνή σου βαθιά,


ερεθισμένη,
χάιδεψε το πλάι του λαιμού μου με τη ζεστή σου ανάσα που άσθμαινε σαν τον αφρό που σκάει πάνω στα βότσαλα.



Κι ήθελα τόσο να σου πω,
να σου μουρμουρίσω,
πως εσύ αγάπη μου είσαι ο έρωτάς μου,
εσύ και καμμία άλλη,
πως πρώτη φορά στη ζωή μου ένιωθα να θέλω να παραδοθώ ολοκληρωτικά σε κάποια,
να σου ψιθυρίσω πως το να είσαι ερωμένη κάποιου είναι άλλο πράγμα από αυτό που έχουμε όλοι μας συνηθίσει να βλέπουμε και να πιστεύουμε.

Πως καμιά φορά η αλήθεια είναι πολύ μακριά από τα μάτια μας,
βρίσκεται κρυμμένη σε απίθανα και απίστευτα μέρη πολύ βαθιά μέσα μας
κι εμείς είχαμε βρει τρόπο να ανακινήσουμε την άμμο από αυτό το βάθος.



Και φοβόμουν να σε πω “ερωμένη μου”…
Να στο πω με όση τρυφερότητα πρέπει να λέγεται αυτή η κουβέντα,
με όση αγάπη απόλυτη μπορεί να κρύβει μια τέτοια φράση.

Φοβόμουν το ίδιο το άκουσμα της αγάπης που με γέμιζε για εσένα.

Αντί γι’ αυτό,
σε έσφιξα λες και μέσα από αυτό το σφίξιμο μπορούσα να σου μεταδώσω τον έρωτα,
να σε κάνω να καταλάβεις πόσο πολύ σε ήθελα,
πόσο σε ζητούσα τόσα χρόνια τώρα. 



Κι εσύ σαν να κατάλαβες.
Βυθίστηκες μέσα μου,
είδα τη σύσπαση στο πρόσωπο σου,
το στόμα σου έκλεισε πάλι στο δικό μου.
Ανάκατες ερωτικές κουβέντες που μεγάλωναν ακόμη περισσότερο την έξαψη.

Επιτέλους,
μπορούσα να βλέπω τις εκφράσεις του προσώπου σου,
την ώρα που ήμασταν ένα,
την ώρα που με έπαιρνες αγκαλιά και μου δινόσουν.
Την ηδονή να ζωγραφίζεται στα χαρακτηριστικά σου,
την αγάπη να βγαίνει από τα χείλη σου.



«Αγάπη μου… καύλα μου!»,
μουρμούριζες καθώς ο ρυθμός σου γινόταν πιο έντονος, καθώς με είχες μέσα σου,
βαθιά σου και σε ένιωθα σώμα από το σώμα μου,
μέρος δικό μου.
Δυο λέξεις,
η μία τρυφερή,
η άλλη απόλυτα ερωτική,
έτσι ακριβώς όπως νιώθαμε ο ένας για τον άλλον. 



-    «Όταν θα μου κάνεις έρωτα…»,
μου έλεγες,
«…θέλω να είναι ο έρωτας αυτός άγριος και τρυφερός μαζί.
Να σε χαϊδεύω και να σε κρατάω στην αγκαλιά μου από τη μία και από την άλλη να μπαίνεις μέσα μου,
και με όση δύναμη έχω,
να σε κάνω να σπαρταράς…»



Κι ήθελα να με πεις “εραστή σου” μα είναι λέξεις που δεν λέγονται εύκολα.

Είναι οι ανόητες ντροπές,
οι φόβοι για το πώς θα το πάρει ο άλλος που μας κάνουν να μην τις ξεστομίζουμε,
αλλά ήθελα τόσο να το ακούσω που κλείνοντας τα μάτια μου,
πεθαίνοντας από την ηδονή που μου έδινες,
έγειρα το κεφάλι πίσω και σχεδόν το άκουσα,
μπόρεσα να το φανταστώ,
ήξερα πως ήθελες να το πεις.
Πως είμαι ο εραστή σου,
πως θα είμαι πάντα και ότι και να γίνει τίποτα δεν θα το αλλάξει αυτό.
Πως σε άλλον άντρα δεν έχεις δοθεί με τον τρόπο που δόθηκες σε μένα.



Σε ένιωθα να καις,
με γέμιζες,
μπαινόβγαινα πότε με αργό ρυθμό,
πότε με έσπρωχνες δυνατά και απότομα σαν να'θελες να σε πονέσω,
όπως είχαμε τόσες φορές πονέσει ο ένας τον άλλον με τα λόγια,
τα λόγια καρφιά όταν κάποιες φορές ο έρωτας,
πικραίνεται και λέει πράγματα που δεν μπορεί να πιστεύει. 

Με ρουφούσες μέσα σου,
με κρατούσες πότε σφιχτά και πότε με άφηνες να μπαίνω όπως εσύ ήθελες.

Τι ηδονή ήταν αυτή,
τι απόλαυση,
τι απόλυτη ευτυχία να είμαστε μαζί,
έστω και για λίγη ώρα.



Θέλω να σου κάνω συνέχεια έρωτα...
Καύλα μου…καύλα μου…καύλα μου...αγάπη μου…αγάπη μου!



Η φωνή σου ξεψυχισμένη...
Με μια απότομη κίνηση σηκώνεσαι και κάθεσαι επάνω μου,
τα πόδια σου σφίγγονται γύρω από τη μέση μου.
Λαβές πολεμικές είναι γεμάτος ο έρωτας,
αγκαλιαστήκαμε όπως σαν σύμπλεγμα ανθρώπου που αντικρίζει το είδωλο του στον καθρέπτη.

Τα χέρια σου,
κρατούσαν τη μέση μου,
τα υγρά μας είχαν γεμίσει τα πόδια μας,
τα ένοιωθα να κολλάνε ανάμεσά μας,
ακούγαμε τον ήχο τους σε κάθε μου εισβολή μέσα σου.

Η ανάσα σου είχε γίνει αγκομαχητό,
όπως κι η δική μου. 



Κοιτούσα τα μάτια σου,
προσπαθούσες να βυθιστεις μέσα στα δικά μου, 
όπως εσύ βυθιζόσουν σε μένα.

Σαν τρελός σου φιλούσα όλο το πρόσωπο,
σου έκοβα ακόμη περισσότερο την ήδη εξασθενημένη σου ανάσα.
Τα μάτια,
το μέτωπο,
τη μύτη,
τα χείλη και πάλι από την αρχή.
Μικρά-μικρά φιλιά σε όλο σου το πρόσωπο.
Το πρόσωπο σου μωρό μου,
αγάπη μου,
έρωτά μου...

Και μετά από κάθε κομμάτι του κορμίου μου που πέρασε το στόμα σου,
χάιδεψες κάθε σημείο αργά με τη γλώσσα σου,
γιατί ήθελες να με ακούσεις να παραδίνομαι εντελώς,
να με ακούς να σπαρταρώ,
όπως σε είχα κάνει εσένα να σπαρταρας…



Και όταν κόντευε το τέλος φωνάξαμε σαν θηρία, δαγκώσαμε ο ένας τα χείλη του άλλου,
τα δόντια μας,
ερωτικές τανάλιες στα ιδρωμένα δέρματα,
ρουφήξαμε με λαιμαργία ο ένας τον άλλον. 


«Πες μου, πες μου…», επαναλάμβανες.
«Πες μου ότι θα είμαι για πάντα δικιά σου!»


Και στο άκουσμα της παραδοχής μου,
στο άκουσμα των λέξεων που μπορεί αλλού να μοιάζουν χυδαίες μα σε εμάς ήτανε λέξεις απόλυτης αγάπης,
-γιατί η αγάπη έχει τον τρόπο να γίνεται απόλυτη μέσα από οτιδήποτε,
είτε άσχημο,
είτε όμορφο,-
ενώθηκα μαζί σου με όση δύναμη μου είχε μείνει,
σε ένιωσα,
τα στοματά μας έκλεισαν σε ένα φιλί λύσσας. 



Είχα πια ανασηκώσει με τις παλάμες μου ελαφρά τη μέση σου για να μπορείς να μπαινοβγαίνεις γρήγορα,
όλο και πιο γρήγορα.

Τα χέρια μου,
βυθισμένα μέσα στα μαλλιά σου,
όπως στην αρχή.
Τα χείλη σου ξεγλίστρησαν από τα δικά μου και βρέθηκαν απαλά κολλημένα πάνω στο αφτί μου να ψιθυρίζουν: 


-«Σε αγαπάω,σε αγαπάω…»


Κι ήθελα να κλάψω εκείνη τη στιγμή γιατί τέτοια αγάπη δεν είχα ξανανιώσει για καμμια άλλη,
μα μόνο μπόρεσα και σου απάντησα το ίδιο πράγμα καθώς ένιωσα τον τελευταίο σου σπασμό...

Το πρόσωπο σου να συσπάται κι αυτό από την ηδονή,
τη φωνή σου να σπάει,
να ανακατεύεται μαζί με την κομμένη μου ανάσα κι εγώ να σε κρατάω στον τελευταίο δικό μου σπασμό,
να χώνω τα χέρια μου μέσα στα μαλλιά σου,
τραβώντας τα αυτή τη φορά,
πονώντας σε στα σίγουρα. 



Μα έτσι ήθελα...να σε πονέσω!
Γιατί είσαι δικιά μου,
το καταλαβαίνεις;
Είμαι δικός σου,
το νιώθεις αυτό;

14.1.15

Ο σκύλος στην Αρχαία Ελλάδα...





Ο σκύλος στην Αρχαία Ελλάδα είχε σεβαστή θέση στην καθημερινή ζωή των προγόνων μας και υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού μας. Αυτό μπορούμε εύκολα να το διαπιστώσουμε από τις αναρίθμητες αναφορές που γίνονται για το σκύλο στα έργα τους, την τέχνη τους, τους μύθους και τις ιστορίες τους.

Από την ελληνική μυθολογία βλέπουμε ότι πολλά τέρατα είχαν την μορφή σκύλου, όπως η Σκύλλα και η Χάρυβδη, ο Κέρβερος κ.ά. Αυτό ίσως να οφείλεται στο ότι την εποχή δημιουργίας της μυθολογίας, ο σκύλος να ήταν ακόμα άγριο και μη εξημερωμένο ζώο.

Με την πάροδο όμως του χρόνου, ο σκύλος εξημερώθηκε και αποτέλεσε πολύτιμο και χρήσιμο συνοδό σε αρκετές εργασίες.

Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Σπύρο Μαρινάτο: «Όλοι οι πολιτισμένοι λαοί της αρχαιότητος είχον καλλιεργήσει κύνας (σκύλους). Οι Αιγύπτιοι συχνά μας τους παρουσιάζουν εις τα μνημεία των, εκ της κοιλάδος δε του Νείλου φαίνεται ότι κατάγονται ορισμένα είδη ευρωπαϊκών κυνών».
Ένας από τους μύθους που αφορούν τον σκύλο αναφέρει ότι ο σκύλος είναι αναπαραγωγή του Κέρβερου, την οποία επέτυχε ο εγγονός του Αχιλλέα ονόματι Μολοσσός. Γι’ αυτό το λόγο και η Εκάτη συντροφεύονταν πάντα από μαύρα σκυλιά ονόματι «Μολοσσοί». Η αρχαία ονομασία των κατοίκων της Ηπείρου είναι Μολοσσοί.
Άλλος μύθος αναφέρει ότι ο σκύλος είναι δημιούργημα του θεού Ηφαίστου, όπου ο θεός Απόλλωνας εξημέρωσε και τον έκανε δώρο στην αδελφή του θεά Αρτέμιδα για να τη συντροφεύει στο κυνήγι της.

Οι Αρχαίοι κατάλαβαν την ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και στο σκύλο, τοποθετώντας τον ακόμα και στο σύμπαν με τον αστερισμό του κυνός.
Άλλη μία ιστορία που δείχνει την σχέση που είχαν οι αρχαίοι Έλληνες με τον σκύλο, μία σχέση βασισμένη στην αγάπη, την πίστη και την αφοσίωση είναι η γνωστή συγκινητική ιστορία του γέρικου σκύλου Άργους, του σκύλου του Οδυσσέα που παρ’ όλα τα δέκα χρόνια απουσίας του αφέντη του κατάφερε να τον αναγνωρίσει, να κουνήσει την ουρά του από χαρά και να ξεψυχήσει στα πόδια του αφεντικού του.

Ο σκύλος αποτέλεσε έμπνευση για την ίδρυση της φιλοσοφικής σχολής του Κυνισμού και εκείνων που την ακολούθησαν, γνωστοί ως κυνικοί φιλόσοφοι. Οι κυνικοί φιλόσοφοι γύριζαν στους δρόμους των Αθηνών ζώντας μιμούμενοι τη ζωή των σκύλων.

Ο γνωστός κυνικός φιλόσοφος Διογένης περιφερόταν μεσημέρι στο κέντρο των Αθηνών κρατώντας ένα φανάρι και έχοντας συντροφιά έναν σκύλο φωνάζοντας «άνθρωπο ζητώ» υπονοώντας τη φιλοσοφική έννοια της λέξης «άνθρωπος». Σύμφωνα με τον Σωκράτη, ο σκύλος είναι ένας «αληθινός φιλόσοφος».

Ο σκύλος τότε, όπως και σήμερα, χρησίμευε για τσοπανόσκυλο (ποιμενικός κύων), φύλακας (πυλωρός, θυρωρός, οικουρός ή δέσμιος κύων όταν ο φύλακας σκύλος ήταν δεμένος), κυνηγόσκυλο (θηρευτικός, αγρευτικός κύων) δίπλα στον Έλληνα κυνηγό. Αλλά και η ίδια η λέξη «κηνυγός» προέρχεται από την παρουσία του : Κυναγός > Κυνηγός = ο άγων τον κύνα, αυτός που οδηγεί το σκύλο).

Υπήρχαν επίσης οι πολεμισταί κύνες, οι άθλοι των οποίων αναφέρονται σε περιγραφές μαχών όπως του Μαραθώνα, της Μαντινείας κ.α. Ο ζωγράφος Μίκων, τίμησε το σκύλο που συνόδευε τον Αθηναίο κύριό του στην μάχη του Μαραθώνα, απεικονίζοντας τον μεταξύ των καλύτερων Ελλήνων πολεμιστών.

Υπήρχαν ακόμη οι μαχηταί κύνες, οι οποίοι πάλευαν με τα θηρία στον στίβο, παρέχοντας θέαμα, ιδιαίτερα στους Ρωμαίους. Υπήρχαν, τέλος, μικρόσωμα σκυλιά, όπως αυτά της Μάλτας που συνόδευαν τις πλούσιες κυρίες τους στον περίπατο, στο φαγητό ακόμη και στον ύπνο τους.

Οι τιμές της αγοράς σκύλων στην Αρχαία Ελλάδα διαμορφώνονταν ανάλογα. Ο Αλκιβιάδης είχε αγοράσει τον περίφημο σκύλο του, που ενώ ήταν ακριβός λόγω της φουντωτής ουράς του, την ακρωτηρίασε για να προκαλέσει, στην τιμή των «ἑβδομήκοντα μνῶν» ποσό σημαντικό για την εποχή εκείνη.
Ο Μέγας Αλέξανδρος είχε τον ινδικό του σκύλο Περίττα, που «η γενιά του κρατούσε από λιοντάρι», και στην μνήμη του ίδρυσε πόλη. Τον είχε αγοράσει 100 μνες. Σε μια μάχη με τους στρατιώτες του του Δαρείου του Γ” δεν είχε χρόνο να αντιμετωπίσει ένα ελέφαντα που τον πλησίαζε επιθετικά. Ο Περίττας, τότε, έτρεξε και δάγκωσε τον ελέφαντα και με αυτόν τον τρόπο έσωσε τον Αλέξανδρο από βέβαιο θάνατο. Έναν άλλο σκύλο παιονικής καταγωγής, με το όνομα Τρίακος, είχε δωρίσει στον Αλέξανδρο ο σατράπης της Παιονίας. 65 φυλές αναφέρεται πως υπήρχαν στην αρχαία Ελλάδα… Πληροφορίες μας παρέχουν : ο Ξενοφών στα «Κυνηγετικά», ο Ηρόδοτος στις περιηγήσεις του και ο Αριστοτέλης στο «Περί Ζώων Ιστορίαι».

Οι σκύλοι συνόδευαν τους Αρχαίους Έλληνες όχι μόνο στο κυνήγι αλλά και στο τραπέζι που ετοίμαζαν μετά. Εκεί μοιράζονταν με τους τετράποδους φίλους τους κομμάτια από τα θηράματα όπως κουνέλια,ελάφια ,και αγριογούρουνα.
Μετά το τραπέζι, ο ιδιοκτήτης σκούπιζε τα χέρια του με ένα κομμάτι ψωμί και το έδινε στον σκύλο του μαζί με μία ιδιαίτερη λιχουδιά, βοδινό συκώτι ψημένο στα κάρβουνα πασπαλισμένο με κριθάρι. Αν ο σκύλος του υπέφερε από παράσιτα στο έντερο, του έδινε το φλοιό από το σιτάρι.

Ο Ξενοφώντας, ο Έλληνας ιστορικός που έγραψε για τα κυνηγόσκυλα τον 4ο αιώνα π.X. υποστήριζε ότι τα πιο καλά ονόματα είναι τα σύντομα, μονοσύλλαβα ή δισύλλαβα, για να μπορεί κάποιος να τα προφέρει με ευκολία.

Η σημασία του ονόματος ήταν επίσης σημαντική για το ηθικό τόσο του ιδιοκτήτη όσο και του σκύλου: ονόματα που είχαν σχέση με την ταχύτητα, τη γενναιότητα, τη δύναμη, την εμφάνιση και άλλες αρετές ήταν προτιμητέα. Ο Ξενοφώντας για παράδειγμα φώναζε το σκύλο του Ορμή. Η μυθική κυνηγός Αταλάντη φώναζε το σκύλο της Αύρα. Σε ένα αρχαίο Ελληνικό αγγείο του 560π.Κ.Ε. απεικονίζεται η Αταλάντη και άλλοι ήρωες μαζί με τα κυνηγόσκυλά τους κυνηγώντας τον περίφημο Καλυδώνιο Κάπρο. Πάνω στο αγγείο ο αγγειογράφος κατέγραψε τα ονόματα επτά σκύλων: Ορμένος, Μεθέπων, Εγέρτης, Κόραξ, Μάρψας, Λάβρος και Εύβολος.

Στην κλασσική αρχαιότητα το κυνήγι (λαγού, ελαφιού, αρκούδας, αγριογούρουνου) για τροφή και για διασκέδαση ήταν αρκετά διαδεδομένο, και όσοι κυνηγοί χρησιμοποιούσαν σκύλους για αυτό το σκοπό τους φρόντιζαν ιδιαίτερα. Δύο εγχειρίδια κυνηγιού της αρχαίας Ελλάδας που σώζονται σήμερα είναι γραμμένα από δύο Έλληνες ιστορικούς, τον Ξενοφώντα και τον Αρριανό και έχουν αρκετές πληροφορίες και συμβουλές για την σωστή ανατροφή των κυνηγόσκυλων.

Τα συνηθισμένα κουτάβια τρέφονταν με κριθαρένιο ψωμί που είχε μαλακώσει μέσα σε αγελαδινό γάλα ή ορό γάλακτος. Συνήθως πρόσθεταν και λίγο από το αίμα του ζώου εκείνου που ήθελαν να εκπαιδεύσουν το κουτάβι να κυνηγήσει.
Στη διάρκεια του δείπνου, ο ιδιοκτήτης έκοβε μεγάλα κομμάτια από την ψίχα του ψωμιού για να σκουπίσει τα δάκτυλά του και μετά τα έδινε στο σκύλο του μαζί με κόκαλα και άλλα αποφάγια από τα πιάτα, ίσως μαζί και με ένα πιατάκι από ζωμό κρέατος. Μετά από μία θυσία ή ένα τραπέζι, ετοίμαζαν μια ιδιαίτερη λιχουδιά: ένα κομμάτι από βοδινό συκώτι πασπαλισμένο με κριθάρι και ψημένο στα κάρβουνα. Ήταν ακόμα φυσικό, ότι σαν δείγμα ευγνωμοσύνης μοιράζονταν μαζί με τους πιστούς τετράποδους φίλους κομμάτια από τα θηράματα, όπως κουνέλια, ελάφια ή αγριογούρουνα.

Όλες οι πηγές αρχαίων κειμένων μας δείχνουν ότι ο «κύων» είχε εξαίσια θέση στην κοινωνική ζωή των προγόνων μας και καλό θα ήταν να του δώσουμε κι εμείς την ίδια στις ζωές μας!

Πηγές: άρθρο του Δρ Αναστασίου Αθ. Τσακνάκη (Επιμελητής Κτηνιατρικής Σχολής Α.Π.Θ.) στο περιοδικό «ΔΑΥΛΟΣ»
άρθρο του Γιώργου Λεκάκη (Συγγραφέας – Λαογράφος) στην εφημερίδα «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ»
άρθρο του Δημήτριου Ν. Γαρουφαλή (Αρχαιολόγος, Υπ. Δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων) στο περιοδικό «CORPUS»


fourakis-kea.com



http://www.dogsworld.gr/genika/skylos-arxaia-ellada/#sthash.HM9Rw8sA.dpuf

9.1.15

Λίγο πριν πεθάνεις…


Ο παππούς μου ήταν φυσικός. Ήταν και 96 χρονών (όπως ο Μητσοτάκης). Όταν τον ρωτούσαν πόσων χρονών είναι απαντούσε «χοντρικά… λίγο πριν πεθάνω».

Το καλύτερο είναι ότι χαμογελούσε όταν το ‘λεγε. Γνήσια, όχι μ’ αυτό το χαμόγελο-μορφασμό-κάλυμμα τρόμου. Ο παππούς μου χώρισε από τη γιαγιά μου όταν ήταν 75 χρονών. Όχι γιατί βρήκε γκόμενα αυτός. Όχι επειδή βρήκε γκόμενο η γιαγιά.

Χώρισε γιατί δεν ήθελε να πηγαίνει εκδρομές σε μοναστήρια μαζί της. Σιχαινόταν επίσης τις φίλες της, που αφού γλεντοκόπησαν με συζύγους και εραστές στις Μυκόνους και τα Καζίνα της Ευρώπης, αποφάσισαν να κάνουν πλέον Πάσχα στον πανάγιο τάφο μόνο και μόνο γιατί φοβήθηκαν ότι έχουν πάρει την άγουσα για τον δικό τους τον τάφο.

«Αυτές παιδί μου είναι συνηθισμένες να τα ρυθμίζουν όλα ζητώντας ρουσφέτια από τους βουλευτάδες τους», μου είπε τότε. «Ε, δεν μπορώ να τις βλέπω να μετατρέπουν και το θεό σε βουλευτή. Ανάβουν κεριά, κάνουν τάματα, φτιάχνουν φανουρόψωμα, φιλάνε οστά και κάρες αγίων, γιατί αυτή τη φορά είναι γιγάντιο το ρουσφέτι: ρετιρέ στον παράδεισο. Καλύτερα μόνος μου.»

Και πράγματι. Έζησε άλλα 20 χρόνια καλύτερα μόνος του. Ο θεός του έδωσε υγεία – ίσως επειδή δεν το ζήτησε φιλώντας στα ξεκούδουνα την κάρα του Αγίου Μηνά. Επισκεύασε και αποσύρθηκε στο σπίτι της μάνας του σ’ ένα χωριό με δέκα σπίτια κάπου στη νότια Πίνδο.

Το πρωί έκανε μια μεγάλη βόλτα στο βουνό και μετά διάβαζε, έφτιαχνε το φαγάκι του και έπαιρνε ένα υπνάκι. Το απόγευμα πήγαινε στο καφενείο-μπακάλικο-ταβέρνα-πρόχειρο ιατρείο και συναντούσε τους άλλους 16 κατοίκους του χωριού. Έπιναν το κρασάκι που έφερνε αυτός (είχε τρελές προμήθειες σαββατιανού που ήταν η αδυναμία του), έτρωγαν ομελέτα με αυγά απ’ το κοτέτσι της κυρά Μάγδας και μανιτάρια που μαζεύει ο ανιψιός του Θωμά. Μετά το τρίτο ποτηράκι παίζανε μπιρίμπα ή τάβλι.

Όταν ο παππούς ήταν στα μεγάλα κέφια του τους εξηγούσε τους νόμους που διέπουν τον κόσμο μετά παραδειγμάτων. Η αντοχή των υλικών λ.χ. εξηγήθηκε με το διαζύγιό του. «Μαλώνεις, μαλώνεις για χρόνια και νομίζεις ότι δεν πειράζει.

Τα βρίσκεις και συνεχίζεις. Όμως η σχέση έχει κουραστεί. Και όταν μια μέρα ξαφνικά χωρίζεις, απορείς αφού δεν έγινε τίποτα σπουδαίο. Αλλά δεν χρειάζεται να γίνει ένα σπουδαίο. Η καταπόνηση για χρόνια κάποια στιγμή θα φέρει το σπάσιμο. Έτσι και το πανί που το βλέπει ο ήλιος καθημερινά κάποια στιγμή ξαφνικά θα διαλυθεί». Μετά γυρνούσε σπίτι του, διάβαζε λίγο ακόμα και πήγαινε για ύπνο. Ήταν ήρεμος κι ευτυχισμένος. Η μόνη με την οποία μιλούσε στην οικογένεια ήμουν εγώ.

Χτες με ειδοποίησε η κυρά Μάγδα ότι δεν είναι καλά. Πέταξα κι έφτασα δίπλα του σε μισή μέρα. Όταν μπήκα σπίτι του τον βρήκα στο κρεβάτι χάλια αλλά με καθαρές ριγέ μπυτζάμες, τριζάτα σεντόνια, μια κούπα χαμομήλι και ένα βιβλίο στο χέρι. Χαμογέλασε με όλο του το μούτρο όταν με είδε. Και μετά με μάλωσε που άφησα τις δουλειές μου και ήρθα.

-Τι κάνεις παππού; τον ρώτησα προσπαθώντας να κρύψω άτσαλα την αγωνία μου.

-Προσπαθώ να καταλάβω ποιες από τις 8 άγνωστες διαστάσεις του σύμπαντος είναι η πιο ωραία για να μετεγκατασταθώ, μου είπε και ανέμισε το βιβλίο. Το πήρα στα χέρια μου. Ήταν ένα βιβλίο που ανέλυε τη θεωρία των υπερχορδών, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της οποίας υπάρχουν, όπως μου εξήγησε, παράλληλα σύμπαντα αόρατα για μας που ζούμε στις τρεις διαστάσεις.

-Σοβαρά τώρα παππού, λες να αληθεύει αυτό; Λες να είμαστε κλεισμένοι σε μια γυάλα σαν ψάρια και να νομίζουμε ότι αυτό είναι όλο, ενώ έξω είναι το σπίτι, η πόλη, ο κόσμος, ο γαλαξίας; Λες να είμαστε κοντόφθαλμοι σαν χρυσόψαρα;

-Θα σου πω σε λίγο μετά λόγου γνώσεως, μου είπε και γέλασε περιπαικτικά. Με ξέρεις εμένα τι ψαχτήρι είμαι. Θα βρω τρόπο, θα βρω ταχυδρόμο με άδεια κυκλοφορίας μεταξύ συμπάντων και θα σε ειδοποιήσω. Υπόσχεση!

Σκάσαμε στα γέλια και αγκαλιαστήκαμε. Το βράδυ πέθανε ήσυχα στον ύπνο του. Και ξαφνικά κατάλαβα τι θα πει ακριβώς «θανάτω θάνατον πατήσας» και τον ζήλεψα.


Καλό ταξίδι παππού. Θα χω το νου μου για τον ταχυδρόμο σου…


http://www.alexiptoto.com/%ce%bb%ce%af%ce%b3%ce%bf-%cf%80%cf%81%ce%b9%ce%bd-%cf%80%ce%b5%ce%b8%ce%ac%ce%bd%ce%b5%ce%b9%cf%82/#.VGCINRMdphU.facebook

7.1.15

ΣΑΝ ΤΗΝ ΑΝΤΡΙΚΗ ΦΙΛΙΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ!

ΚΑΠΟΤΕ ΤΡΙΑ ΦΙΛΑΡΑΚΙΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ 20 ΧΡΟΝΙΑ,
ΕΚΟΨΑΝ ΕΝΑ ΚΑΤΟΣΤΑΡΙΚΟ ΣΤΑ 3 ΚΑΙ ΟΡΚΙΣΤΗΚΑΝ ΑΙΩΝΙΑ ΦΙΛΙΑ.


ΜΕΤΑ ΑΠΟ 20 ΧΡΟΝΙΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΦΙΛΑΡΑΚΙΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΒΡΗΣΚΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΟΡΚΙΖΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΑΤΟΣΤΑΡΙΚΟ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΕΝΩΣΕ!



ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΣΑΣ ΡΕ ΚΩΛΟΠΑΙΔΑ!



ΣΑΝ ΤΗΝ ΑΝΤΡΙΚΗ ΦΙΛΙΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ!


6.1.15

ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΑΡΩ ΧΡΩΜΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ...



ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΑΡΩ ΧΡΩΜΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ...

ΦΩΤΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΥΛΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΣΟΥ,
ΚΑΙ ΝΑ ΓΡΑΨΩ ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ Σ'ΑΓΑΠΩ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΑΣΤΕΡΙ ΦΩΤΕΙΝΟ ΤΗΣ ΕΡΗΜΙΑΣ ΜΟΥ ΤΟ ΠΟΣΟ Σ'ΑΓΑΠΩ...

3.1.15

Πωλ Βερλαίν - Το οικείο μου όνειρο...


Αρθούρος Ρεμπώ - Φθινοπώριασε...


C.Baudelaire-Le Voyage...


Σπαρτιάτης Οπλίτης...



Στην αρχαιότητα με τη λέξη Άμμες ξεκίναγαν χορικοί λόγοι και αντίλογοι στην Σπάρτη. Στις μεγάλες εορτές λάμβαναν μέρος τρεις χοροί, ο χορός των γερόντων, ο χορός των ανδρών και ο χορός των παίδων, όπως το κατέγραψε ο Πλούταρχος ("Λυκούργος" 21).

Στις εορτές εκείνες το λόγο άρχιζε πρώτος ο χορός των γερόντων που έψελνε:


"Άμμες ποκ΄ ήμες άλκιμοι νεανίαι", όπου στη νεοελληνική σημαίνει "Εμείς είμασταν κάποτε ρωμαλέοι νέοι".

Στον παραπάνω λόγο τότε ο χορός των ανδρών απαντούσε, επιδεικτικά:


"Άμμες δε γ΄ειμέν,αι δε λης πείραν λάβε" 
(Εμείς είμαστε τώρα, αν θέλετε δοκιμάστε).

Στη συνέχεια το λόγο λάμβανε ο χορός των παίδων που δήλωναν ως υποσχετικό όρκο:

"Άμμες δε γ΄εσσόμεθα πολλώ κάρονες" 
(Εμείς όμως θα γίνουμε καλλίτεροι).



Το χορικό αυτό λόγο με τους αντίλογους, εύλογα ο Πλούταρχος τους χαρακτηρίζει "μεγαλαυχίαν προς αρετήν πρέπουσαν ταις ηλικίαις",  υπερήφανη καύχηση αρετής κατά ηλικία)

2.1.15

Τι ονομάζουμε επιθανάτιες εμπειρίες;




Τι ονομάζουμε επιθανάτιες εμπειρίες;


Με τον όρο επιθανάτιες εμπειρίες αναφερόμαστε στην εμπειρία ενός ετοιμοθάνατου ανθρώπου, κατά την οποία έρχεται σε επικοινωνία με νεκρούς φίλους και συγγενείς του. Ως εμπειρία έχει πολλά κοινά στοιχεία με τις εξωσωματικές εμπειρίες, μιας και οι δύο περιλαμβάνουν αποκοπή της συνείδησης από το σώμα, αιώρηση στο χώρο και συλλογή πληροφοριών από το περιβάλλον ενώ το ανθρώπινο σώμα βρίσκεται σε κώμα.


Υπάρχουν πλήθος καταγεγραμμένες μαρτυρίες ιατρών και νοσοκόμων που αναφέρουν ότι ασθενείς σε κώμα που επανήλθαν, γνώριζαν καταστάσεις και περιστατικά που λάμβαναν χώρα κοντά τους ενόσω ήταν σε κωματώδη κατάσταση.

ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ!